avida
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | avida | avidaj |
αιτιατική | avidan | avidajn |
avida (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | avida | avidaj |
αιτιατική | avidan | avidajn |
avida (eo)