avvenire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
avvenire (it)
- συμβαίνει, προκύπτει
- εμφανίζομε, φτάνω
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
avvenire (it)