avvenire
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]avvenire (it)
- συμβαίνει, προκύπτει
- εμφανίζομε, φτάνω
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]avvenire (it)
avvenire (it)
avvenire (it)