azuréen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | azuréen | azuréens |
θηλυκό | azuréenne | azuréennes |
Επίθετο[επεξεργασία]
azuréen (fr)
- σχετικός με την Κυανή Ακτή
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη azur