badenano

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

badenano < Βadenο + -an- + o

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική badenano badenanoj
αιτιατική badenanon badenanojn

badenano (eo)

  • ο κάτοικος (μέλος του πληθυσμού) του κρατιδίου του Μπάντεν στην Γερμανία