bagarreur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ba.ɡa.ʁœːʁ/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bagarreur | bagarreurs |
θηλυκό | bagarreuse | bagarreuses |
bagarreur (fr) αρσενικό