bakchich

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Λέξη περσική.

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bakchich (fr) αρσενικό (πληθυντικός bakchichs)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

pourboire, pot-de-vin