balıq
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αζεριανά (az)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
balıq (az)
- το ψάρι
Κλίση[επεξεργασία]
κλίση του balıq
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | balıq | balıqlar |
αιτιατική | balığı | balıqları |
δοτική | balığa | balıqlara |
τοπική | balıqda | balıqlarda |
αφαιρετική | balıqdan | balıqlardan |
γενική | balığın | balıqların |