baratin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
baratin baratins

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

baratin (fr) αρσενικό

  1. η φλυαρία
  2. το ψέμα, η κολακεία
  3. o παρλαπίπας

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]