baratro
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
baratro | baratri |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- baratro < λατινική barăthrum < αρχαία ελληνική βάραθρον
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
baratro (it)