bibliotecă
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bibliotecă (ro) θηλυκό
- η βιβλιοθήκη (το κτήριο και το έπιπλο)
- bibliotecă de împrumut - δανειστική βιβλιοθήκη
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του bibliotecă
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | o bibliotecă | biblioteca | nişte biblioteci | bibliotecile |
γενική | a unei biblioteci | bibliotecii | a unor biblioteci | bibliotecilor |
δοτική | a unei biblioteci | bibliotecii | a unor biblioteci | bibliotecilor |
αιτιατική | o bibliotecă | biblioteca | nişte biblioteci | bibliotecile |
κλητική | — | - | — | - |