binoculars
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
binoculars (en)
- κιάλια, διόπτρες (μας βοηθούν στο να βλέπουμε μακριά)