birthplace

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
birthplace birthplaces

Ετυμολογία [επεξεργασία]

birthplace < birth + place

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

birthplace (en)

  1. η γενέτειρα, η περιοχή καταγωγής μου
    I want to return to my birthplace.
    Θέλω να ξαναγυρίσω στη γενέτειρα μου.
     συνώνυμα: hometown
  2. η γενέτειρα, το μέρος όπου συνέβη κάτι για πρώτη φορά
    Greece is the birthplace of democracy.
    Η Ελλάδα είναι η γενέτειρα της Δημοκρατίας.

Πηγές[επεξεργασία]