blasonner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- blasonner < blason
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
blasonner (fr)
- ζωγραφίζω οικόσημα
- διακοσμώ με οικόσημα
- περιγράφω, εξηγώ τα οικόσημα
- (λογοτεχνία) περιπαίζω, ειρωνεύομαι