Μετάβαση στο περιεχόμενο

bleed

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας bleed
γ΄ ενικό ενεστώτα bleeds
αόριστος bled
παθητική μετοχή bled
ενεργητική μετοχή bleeding
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

bleed (en)