boastful

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός boastful
συγκριτικός more boastful
υπερθετικός most boastful

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
boastful < boast + -ful

Επίθετο

[επεξεργασία]

boastful (en)

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]