bobineur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bobineur | bobineurs |
θηλυκό | bobineuse | bobineuses |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bobineur (fr)
- αρσενικό ή θηλυκό αυτός/αυτή που φτιάχνει μπομπίνες
- αρσενικό συσκευή που πραγματοποιεί ηλεκτρικές μπομπίνες
- θηλυκό μηχανή που οδηγεί σύρμα ή κλωστή πάνω στη μπομπίνα
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη bobine