bomboş
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- bomboş < (με αναδιπλασιασμό) bo-m- + boş
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
bomboş (tr)
- (επιτατικό επίθετο) εντελώς άδειος, τελείως αδειανός
- (επιτατικό επίθετο) εντελώς κενός, τελείως κενός (που δεν δείχνει κάποιο σημάδι ενδιαφέροντος)
- (επιτατικό επίθετο) εντελώς αποκλίνων, τελείως αποκλίνων