bookcase
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
bookcase | bookcases |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bookcase (en)
- (έπιπλο) η βιβλιοθήκη
ενικός | πληθυντικός |
bookcase | bookcases |
bookcase (en)