booze
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- ξύδια ή ξίδια (και ξύδι ή ξίδι) με την έννοια αλκοολούχο ποτό/οινοπνευματώδες ποτό
- booze doesn't help you snooze (because it affects the sleep patterns [brain waves etc.])
- τα ξύδια δεν βοηθούν στον ύπνο (διότι επηρεάζουν τα μοτίβα του ύπνου [εγκεφαλικά κύματα κτλ.])
- Σημειώσεις: επειδή αποτελεί ρητό στα ελληνικά θα λέγαμε:
- Σημειώσεις: επειδή αποτελεί ρητό στα ελληνικά θα λέγαμε:
- "τα ξύδια βλάπτουν τον ύπνο" ή "ξυδιασμένα όνειρα - ταραχώδεις νύχτες"
- και boozing: μπεκρούλιασμα, παράπιομα, τσούξιμο
Ρήμα
[επεξεργασία]- παραπίνω, τα τσούζω, καταξυδιάζομαι/καταξιδιάζομαι, μπυροκοιλιάζω, κοπανάω πολλά-μαζεμένα