bouée de sauvetage
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
bouée de sauvetage | bouées de sauvetage |
bouée de sauvetage (fr) θηλυκό
- το σωσίβιο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
bouée de sauvetage | bouées de sauvetage |
bouée de sauvetage (fr) θηλυκό