bouleau
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- bouleau < παλαιά γαλλική boul < δημώδης λατινική betullus < λατινική betulla
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
bouleau | bouleaux |
bouleau (fr) αρσενικό