bréchet
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
bréchet < (κληρονομημένο) μέση γαλλική brichet, bruschet < (άμεσο δάνειο) αγγλική brisket, brusket
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bréchet αρσενικό