branda
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
branda | brande |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- branda < brand(ire) (πάλλω) + -a
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↷ νέα ελληνικά: μπράντα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
branda θηλυκό