branzino
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- branzino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
branzino (it)
- (γαστρονομία) το λαβράκι
- (ψάρι) το λαβράκι
branzino (it)