breathalyze
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
breathalyze (en)
- κάνω αλκοτέστ, αλκοτεστάρω
- αναλύω με ειδική συσκευή τις εκπνεόμενες ουσίες οργανισμού ή μεταφορικά και για οτιδήποτε