breathalyze

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

breathalyze (en)

  1. κάνω αλκοτέστ, αλκοτεστάρω
  2. αναλύω με ειδική συσκευή τις εκπνεόμενες ουσίες οργανισμού ή μεταφορικά και για οτιδήποτε