bret-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bret- < γερμανική Brett, γίντις bretl

Ρίζα[επεξεργασία]

bret- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: ράφι

Παράγωγα[επεξεργασία]