breva
Εμφάνιση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
breva | breve |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]breva (it) θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- breva - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).