brimstone

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

brimstone (en)

  1. το θείο, το θειάφι
    Then the Lord rained upon Sodom and upon Gomorrah brimstone and fire from the Lord out of heaven.' — Genesis, 19:24, King James Version
    καὶ Κύριος ἔβρεξεν ἐπὶ Σόδομα καὶ Γόμορρα θεῖον, καὶ πῦρ παρὰ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ
     συνώνυμα: sulfur
  2. η φωτιά της κόλασης, η κόλαση, η τιμωρία
    • what the brimstone - τι στο διάβολο
       συνώνυμα: what the hell