brinkmanship
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]brinkmanship (en)
- διαπραγμάτευση στην άκρη του γκρεμού, ακροσφαλής διπλωματία
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
brinkmanship στην αγγλική Βικιπαίδεια