brisement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
brisement | brisements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
brisement (fr) αρσενικό
- το ράγισμα
ενικός | πληθυντικός |
brisement | brisements |
brisement (fr) αρσενικό