brocante
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
brocante | brocantes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
brocante (fr) θηλυκό
- το παλαιοπωλείο
- το παλιατζίδικο
- το παζάρι παλαιών αντικειμένων που διοργανώνεται από επαγγελματίες
- η πώληση παλαιών αντικειμένων