buanderie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- buanderie < → δείτε τη λέξη buer
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
buanderie | buanderies |
buanderie (fr) θηλυκό
- το πλυσταριό
- (Κεμπέκ) το καθαριστήριο