bukkake
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ιαπωνικής ετυμολογίας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]bukkake (en)
- ομαδική εκσπερμάτιση/εκσπερμάτωση πάνω σε κάποια/κάποιον
- είδος φαγητού
ιαπωνικής ετυμολογίας
bukkake (en)