câblage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]câblage (fr) θηλυκό
- (τεχνολογία) η σύνδεση των διάφορων στοιχείων μιας συσκευής· το σύνολο των συνδέσεων
- κατασκευή ενός καλωδίου· το στρίψιμο των συρμάτων ενός καλωδίου
- η διαβίβαση μιας είδησης
- η τοποθέτηση καλωδίων (σε μια πόλη, περιοχή...)