Μετάβαση στο περιεχόμενο

cafetière

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

cafetière < café (καφές) + -t- + -ière

ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: καφετιέρα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kaf.tjɛʁ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
cafetière cafetières

cafetière (fr) θηλυκό