caisson

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɛ.sɔ̃/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
caisson caissons

caisson (fr) αρσενικό