calendae
Εμφάνιση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]calendae (la) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]| αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| ονομαστική | calendae | |
| γενική | calendārum | |
| δοτική | calendīs | |
| αιτιατική | calendās | |
| κλητική | calendae | |
| αφαιρετική | calendīs | |