callosité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
callosité | callosités |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
callosité (fr) θηλυκό
- το τύλωμα
ενικός | πληθυντικός |
callosité | callosités |
callosité (fr) θηλυκό