calm down
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | calm down |
γ΄ ενικό ενεστώτα | calms down |
αόριστος | calmed down |
παθητική μετοχή | calmed down |
ενεργητική μετοχή | calming down |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]calm down (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- calm down - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 180, 363. ISBN 9780194325684., λήμμα: γαληνεύω, ηρεμώ