caméléon
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
caméléon (fr) αρσενικό
- (ζωολογία) ο χαμαιλέοντας
- αστρονομία → δείτε τη λέξη Caméléon
Δείτε επίσης : Caméléon |
caméléon (fr) αρσενικό