Μετάβαση στο περιεχόμενο

campement

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
campement campements

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

campement (fr) αρσενικό


Συγγενικά

[επεξεργασία]