Μετάβαση στο περιεχόμενο

canadese

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
canadese canadesi

Επίθετο

[επεξεργασία]

canadese (it)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

canadese (it)