cancérophobie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

cancérophobie < cancer + phobie

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
cancérophobie cancérophobies

cancérophobie (fr) θηλυκό