caner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
caner (fr)
- (οικείο) οπισθοχωρώ, κάνω πίσω, μπροστά σε κίνδυνο ή δυσκολία
Ρήμα[επεξεργασία]
caner (fr)
- (οικείο) « το βάζω στα πόδια »
- (μεταφορικά) (οικείο) πεθαίνω, « τα τινάζω »