Μετάβαση στο περιεχόμενο

carpinus

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
carpinus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kar- (σκληρός)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈkar.pi.nus/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

carpinus θηλυκό

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Αλλόγλωσσα παράγωγα

[επεξεργασία]
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική carpinus carpinī
γενική carpinī carpinōrum
δοτική carpinō carpinīs
αιτιατική carpinum carpinōs
κλητική carpine carpinī
αφαιρετική carpinō carpinīs
(β' κλίση)