Μετάβαση στο περιεχόμενο

cartel

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cartel (en)



      ενικός         πληθυντικός  
cartel cartels

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cartel (fr) αρσενικό