cassement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cassement | cassements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cassement (fr) αρσενικό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη casser
ενικός | πληθυντικός |
cassement | cassements |
cassement (fr) αρσενικό