catin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- catin < Catherine < αρχαία ελληνική Αἰκατερίνη
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
catin (fr) θηλυκό (πληθυντικός: catins)