ceffyl
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ουαλικά (cy)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ceffyl (cy) αρσενικό (πληθυντικός ceffylau)
ceffyl (cy) αρσενικό (πληθυντικός ceffylau)