Μετάβαση στο περιεχόμενο

cementer

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
cementer cementers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
cementer < cement + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cementer (en)

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]